Feedback

Η οικογένεια


Η ιστορία της οικογένειας της Μαρίας Καραμολέγκου

Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο Ηλίας Καραμολέγκος παντρεύεται την Αικατερίνη Ζώρζου, στο χωριό ‘Έξω Γωνιά’ της Σαντορίνης. Οι δύο τους, αποφασίζουν να ανοίξουν ένα φούρνο, αξιοποιώντας τις γνώσεις και τις συνταγές
του Γεωργίου Ζώρζου, παππού της Κατίνας.

Απέκτησαν δύο παιδιά. Τον Μανώλη και τη Μαρία. Τα αδέρφια, έζησαν τα πρώτα τους χρόνια βοηθώντας τους γονείς τους στο φούρνο και παράλληλα, βίωναν τη μυσταγωγία της μάθησης στο μαγικό κόσμο της ζύμης και της δημιουργίας μοναδικών γεύσεων, που βασίζονταν στην παράδοση του νησιού τους. Η Μαρία, μικρό κορίτσι, απολάμβανε να παρακολουθεί τη μητέρα της να πλάθει ζύμες για κουλούρια και να τις εμπλουτίζει με εκλεκτά αρωματικά.

“Με συνέπαιρνε το γεγονός ότι η μητέρα μου μεταμόρφωνε κυριολεκτικά, τα πιο απλά υλικά που υπήρχαν στην κουζίνα μας, στα πιο νόστιμα και μυρωδάτα κουλουράκια που έχω δοκιμάσει μέχρι και σήμερα…”

Το 1956 η Σαντορίνη χτυπήθηκε από έναν καταστροφικό σεισμό 7,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
Συνολικά 529 σπίτια καταστράφηκαν ολοσχερώς, 53 άτομα έχασαν τη ζωή τους και 100 ακόμα, τραυματίστηκαν σοβαρά. Το πλήγμα ήταν πολύ μεγάλο για το νησί. Οι κάτοικοι, λίγα χρόνια αργότερα άρχισαν να φεύγουν, εγκαταλείποντας τον τόπο τους, αναζητώντας καλύτερη τύχη στην Αθήνα. Το παράδειγμα των συμπατριωτών τους, αναγκάστηκε να ακολουθήσει και η οικογένεια Καραμολέγκου μερικά χρόνια μετά, αφού το χωριό τους είχε σχεδόν ερημώσει.
Έτσι, οι γονείς και τα παιδιά έρχονται στην Αθήνα και εγκαθίστανται στην Αγία Παρασκευή, μαζί με άλλους συγγενείς.

Γνωρίζοντας μόνο την τέχνη της ζύμης και του ψωμιού, ξεκινάνε από την αρχή να φτιάξουν ένα φούρνο και εγκαινιάζουν έτσι την καινούρια τους ζωή. Ο Μανώλης και η Μαρία μετά το σχολείο, ζουν κυριολεκτικά μέσα στο φούρνο των γονιών τους και μεγαλώνουν μαζί του. Η παραγωγή τους γίνεται όλο και μεγαλύτερη, και όπως χαρακτηριστικά λέει η Μαρία Καραμολέγκου,

“Οι άνθρωποι ξέρουν πάντα να διακρίνουν τι είναι καλύτερο και πότε προσφέρεται με αγάπη και στοργή”.
Σε αυτήν της τη φιλοσοφία, που πιστεύει βαθύτατα, στήριξε και την παραγωγή των κουλουριών της.

Το 1984, ο φούρνος έχει πια γίνει εργοστάσιο και στεγάζεται στη βιομηχανική περιοχή της Αθήνας, όπου βρίσκεται μέχρι και σήμερα. Για πολλά χρόνια εργάστηκε αφοσιωμένη, μαζί με τον αδερφό της, στην αρτοβιομηχανία που κατάφεραν να στήσουν. Ωστόσο, ποτέ δεν ξέχασε τη μεγάλη αγάπη της για τα κουλούρια και τις ιδιαίτερες γεύσεις.
Αυτός ήταν και ένας λόγος που την έκανε να επιστρέψει στην παραγωγή αυτή και να επικεντρωθεί σε έναν σκοπό. Να φτιάξει κουλουράκια σαν σπιτικά, χωρίς συντηρητικά και να τα προωθήσει στην αγορά για να μοσχομυρίσουν όλα τα σπίτια.